- Ντιαγκίτες
- (ισπαν. Diaguitas). Πληθυσμός της Νότιας Αμερικής που άλλοτε ήταν κυρίαρχος σε ολόκληρη την περιοχή στα Α των Άνδεων στη βόρεια Αργεντινή. Κατά την εποχή της ισπανικής κατάκτησης (17ος αι.) οι Ν. ονομάστηκαν εσφαλμένα από τους κονκισταδόρες Καλτσακί, που πιθανότατα ήταν μόνο το όνομα μιας φυλής ομόσπονδης ή υποταγμένης στους Ν. Λίγα είναι γνωστά για την κοινωνική τους διάρθρωση: από τις τοπικές παραδόσεις, από τα τοπωνύμια της περιοχής και από όσα ήταν γνωστά στους Κετσούα του Περού, οι Ν. πρέπει να αποτελούσαν ένα είδος συνομοσπονδίας αρκετά ισχυρής ώστε να αντισταθεί στην κατάκτηση των Ίνκας. Toν 16o αι., η σφαίρα επιρροής τους έφτανε ως την κεντρική Αργεντινή και οι Ν. κατόρθωσαν για μεγάλο διάστημα να αντιταχτούν στην ισπανική κατάκτηση· τα χωριά τους, κατά συνέπεια, καταστράφηκαν και μεγάλο μέρος του πληθυσμού εξολοθρεύτηκε.
Οι Ν. ήταν λαός γεωργών που ζούσε σε χωριά, τα περισσότερα από τα οποία περιβάλλονταν από πέτρινο τείχος (pucarά) και αποτελούνταν από σπίτια με ορθογώνιες κατόψεις και τοίχους με ξερολιθιά (pirca)· ασχολούνταν με την κτηνοτροφία λάμα, στρουθοκαμήλων και ορνιθοειδών και γνώριζαν τη μεταλλουργία του χαλκού, του ορείχαλκου, του χρυσού και του άργυρου. Απλή, αλλά πρωτότυπη ήταν η κεραμική τους· ανεπτυγμένη επίσης ήταν η τεχνική της υφαντικής· κατασκεύαζαν αξιόλογα υφαντά, διακοσμημένα και λεπτά επεξεργασμένα. Οι Ν. μιλούσαν μια γλώσσα (Kakan) που μερικοί μελετητές πιστεύουν ότι προέρχεται από έναν κορμό κοινό με εκείνο των γλωσσών πουέμπλο.
Πιθανότατα ο πολιτισμός τους ήταν όμοιος με των Πουέμπλο, όπως φαίνεται να μαρτυρούν τα αρχαιολογικά ευρήματα. Τυπικοί είναι οι τάφοι τους, κυλινδρικού σχήματος, που διατηρούν πλούσια κτερίσματα. Τα παιδιά θάβονταν σε μεγάλα αγγεία από οπτή γη. Ασφαλείς πληροφορίες για τα έθιμά τους δεν υπάρχουν, αλλά όπως συνέβαινε με πολλούς πληθυσμούς πουέμπλο και ανδικούς, η κοινωνία τους πρέπει να ήταν πατριαρχικού τύπου.
Ανάγλυφο νεκρικό αγγείο (Ρώμη, Εθνογραφικό Μουσείο Λ. Πιγκορίνι).
Dictionary of Greek. 2013.